Η ελέπολις του Ποσειδωνίου αξιοποιήθηκε στην εκστρατεία του μεγάλου στρατηλάτη – Το πρόσφατο συνέδριο της Εταιρείας Διερεύνησης της Αρχαιοελληνικής και Βυζαντινής Τεχνολογίας κατέδειξε την ιδιοφυή σκέψη των προγόνων μας
Ποίηση, θέατρο, δημοκρατία, φιλοσοφία… Πιθανότατα, οι πρώτες λέξεις που μας έρχονται στον νου αν ερωτηθούμε για τα δώρα των αρχαίων προγόνων μας στον δυτικό πολιτισμό. Σπανίως όμως θα προσθέταμε στα παραπάνω και την τεχνολογία. Και θα είχαμε εντελώς άδικο!
Το εύρος των τεχνολογικών ανακαλύψεων των αρχαίων Ελλήνων κάλυπτε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας (λατομική, ναυπηγική, ναυσιπλοΐα, οικοδομική, γεωτεχνία, μηχανολογία, υδραυλικά έργα, κεραμουργία…), πράγμα που φάνηκε περίτρανα στο 3ο Διεθνές Συνέδριο Αρχαίας Ελληνικής και Βυζαντινής Τεχνολογίας, το οποίο διοργανώθηκε πρόσφατα από την Εταιρεία Διερεύνησης της Αρχαιοελληνικής και Βυζαντινής Τεχνολογίας (ΕΔΑΒΥΤ) και το Κέντρο «Νόησις». Το ΒΗΜΑ-Science παρακολούθησε το συνέδριο και σας δίνει σήμερα μια μικρή γεύση από την τεχνολογική ιδιοφυια των αρχαίων Ελλήνων.
Τι είναι όμως η τεχνολογία; «Η τεχνολογία είναι η πρώτη αντίδραση του εγκεφάλου του ανθρώπου έναντι στην «κακία» της φύσης, έναντι, δηλαδή, των συνθηκών που τον απειλούσαν» είπε στην έναρξη του συνεδρίου ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ Θεοδόσιος Τάσιος και πρόσθεσε: «Είναι μια πρώτη ενεργή παρέμβαση στον κόσμο – παρέμβαση που αλλοιώνει τον κόσμο: Θαυμάζω ένα ανθισμένο κλαρί, το κόβω όμως και το κάνω δόρυ. Σκοντάφτω σε μια πέτρα στον δρόμο μου, τη λαξεύω όμως και την κάνω μαχαίρι».
Σύμφωνα με τον έλληνα καθηγητή: «Χάρη στα επί χιλιάδες χρόνια θαυμαστά τεχνολογικά επιτεύγματα της ανθρωπότητας ωρίμασε και η γέννηση της επιστήμης στην Ιωνία του 5ου π.Χ. αιώνα». Εξηγώντας για το ΒΗΜΑScience τη θέση ότι η τεχνολογία «γέννησε» την επιστήμη ο κ. Τάσιος σημείωσε: «Οι άνθρωποι άρχισαν να ικανοποιούν τις ανάγκες τους που δεν μπορούσαν να ικανοποιηθούν με φυσικά μέσα. Αρχισαν λοιπόν να παράγουν καταστάσεις, προϊόντα, έργα και σιγά-σιγά μεγάλωναν οι κλίμακες αυτών των έργων (π.χ. αποξήρανση λιμνών στη Μυκηναϊκή Εποχή). Ετσι, άνοιγε το μυαλό τους, διαπίστωναν ότι μπορούσαν να παράγουν έργα χωρίς τη θεϊκή παρέμβαση. Και επιπλέον είχαν τρόπους να ελέγχουν την ορθότητα και αποτελεσματικότητα των έργων τους μέσω της νόησης.
Οπότε, χάρη στην πείρα που απέκτησε ο άνθρωπος μέσω του τεχνολογικού ενεργήματος, αισθάνθηκε ότι μπορούσε με τη λογική του να ελέγξει και την πορεία των φυσικών πραγμάτων. Σκέφτηκε δηλαδή ως αντικείμενο έρευνας να μην είναι τα δικά του δημιουργήματα (τεχνολογία) αλλά τα υφιστάμενα δημιουργήματα της φύσης. Αυτό όμως είναι επιστήμη! Αν με το μυαλό αρχίζουμε να ελέγχουμε τα πώς και τα γιατί μιας ομάδας γεγονότων ή πραγμάτων, αυτό είναι επιστήμη. Και γεννήθηκε επειδή υπήρξε το προηγούμενο της τεχνολογικής παραγωγής. Συνέβη στην Ιωνία, συνέβη τον 5ο αιώνα, συνέβη στην Ελλάδα!».
Προς επίρρωση των λόγων του ο κ. Τάσιος επεσήμανε ότι «ο Πλάτων θαύμαζε τον Θαλή όχι ως μαθηματικό, αλλά ως μηχανικό (ο οποίος εξέτρεψε τα ρείθρα του ποταμού Αλυος για να περάσουν τα στρατεύματα του Κροίσου). Πράγματι, ο Θαλής πέτυχε εκτροπή ποταμού με τρία φράγματα και αυτό είναι μηχανική μεγάλης κλίμακας που μοιάζει με τα έργα της δημιουργίας».
Μοναδική κατασκευή
Μπορεί λοιπόν η επιστήμη να γεννήθηκε από την τεχνολογία, αλλά φαίνεται πως σήμερα η επιστήμη επιστρέφει το χρέος της, καθώς αξιοποιείται για τη μελέτη των αρχαίων τεχνολογιών. Μαθηματικά και φυσική χρησιμοποίησε ο καθηγητής Τάσιος προκειμένου να μελετήσει μια μοναδική στο είδος της κατασκευή, την ελέπολι του Ποσειδωνίου.
«Οι ελεπόλεις ήταν μέρος του στρατιωτικού εξοπλισμού των αρχαίων. Επρόκειτο για ογκώδεις πολυώροφες κατασκευές εξοπλισμένες στο εσωτερικό τους με καταπέλτες. Φτιαγμένες από ξύλο, περιείχαν και λίγα μεταλλικά στοιχεία, ενώ το εξωτερικό τους θωρακιζόταν περιμετρικά με βοδινές δορές ποτισμένες στο ξίδι ώστε να μην πιάνουν φωτιά. Προκειμένου να διευκολύνεται η μεταφορά τους, αποτελούνταν από μικρά προκατασκευασμένα στοιχεία και συναρμολογούνταν εκεί όπου χρειαζόταν. Τα επιμέρους τμήματά τους μεταφέρονταν με βοϊδάμαξες σε απόσταση ασφαλείας από το εχθρικό τείχος που επρόκειτο να πολιορκηθεί και η συναρμολόγηση διαρκούσε μερικές ημέρες. Μετά τη συναρμολόγηση, εκατοντάδες στρατιώτες έσπρωχναν τις ελεπόλεις σε απόσταση βολής ή και μέχρι επαφής με το τείχος».
Ωστόσο, η ελέπολις που σχεδίασε ο μακεδόνας μηχανικός Ποσειδώνιος και η οποία χρησιμοποιήθηκε κατά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου αποτελεί εξαίρεση καθώς αρκούσαν μερικές δεκάδες στρατιώτες για να μετακινηθεί. Και μάλιστα οι στρατιώτες βρίσκονταν στο εσωτερικό της ελεπόλεως, προστατευμένοι από τον εχθρό. «Την ελέπολι του Ποσειδωνίου περιγράφει ο ιστορικός Βίτων (~230 π.Χ.) ως έναν τροχοφόρο και κριοφόρο πύργο, ύψους 28 μ., του οποίου η βάση είχε διαστάσεις 15×23 μ.
Το συνολικό βάρος της υπολογίζεται γύρω στους 90 τόνους, ενώ η κίνησή της γινόταν μηχανολογικά με ένα γιγάντιο κατακόρυφο βίντσι το οποίο περιέστρεφαν λίγοι στρατιώτες, οι οποίοι βάδιζαν κυκλικά στο δάπεδο του πρώτου ορόφου» σημείωσε κατά τη διάρκεια της παρουσίασής του ο κ. Τάσιος και εξήγησε: «Οι στρατιώτες έσπρωχναν κατά την οριζόντια διεύθυνση 10 μεγάλες χειρολαβές οι οποίες προέβαλλαν ακτινωτά από το κατακόρυφο βίντσι. Η κίνηση των στρατιωτών έθετε σε περιστροφική κίνηση τον κατακόρυφο άξονα από το βίντσι, ο οποίος με τη σειρά του περιέστερεφε έναν ιμάντα που μετέφερε την κίνηση στον άξονα των μπροστινών τροχών. Ετσι οι μπροστινοί τροχοί κυλούσαν πάνω στο έδαφος υπερβαίνοντας την αντίσταση κύλισης. Ανάλογος ιμάντας υπήρχε και για τους πίσω τροχούς».
Το κατά πόσο η περιγραφή του Βίτωνα ευσταθεί και μαθηματικά θέλησε να ελέγξει ο ελληνας καθηγητής. «Η αντίσταση κύλισης είναι γνωστή από άλλες ελεπόλεις, και έτσι μπορούμε να εκτιμήσουμε τη δύναμη που πρέπει να επιβάλλει ο ιμάντας στον άξονα των τροχών ώστε αυτοί να περιστραφούν. Τη δύναμη αυτή θα την έδινε στον ιμάντα ο κατακόρυφος άξονας του βιντσιού καθώς το περιέστρεφαν οι στρατιώτες. Ετσι λοιπόν καταλήγουμε να βρούμε με πόση δύναμη χρειαζόταν να σπρώχνουν οι στρατιώτες τις χειρολαβές του άξονα του βιντσιού».
Οι υπολογισμοί του έλληνα καθηγητή επιβεβαίωσαν την περιγραφή του Βίτωνα: αρκούσαν όντως περί τους 40 στρατιώτες (οι οποίοι σε ομάδες των 4 έσπρωχναν καθεμία από τις 10 χειρολαβές) για να μετακινηθεί η γιγαντιαία κατασκευή που αξιοποιήθηκε στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου.